Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

Ξεχασμένα έθιμα του νησιού


Όλη νύχτα στριφογύριζε στο κρεβάτι του ο Αντρέας.

Δυο-τρεις φορές σηκώθηκε και ξεμαντάλωσε το παραθυρόφυλλο που έβλεπε την Ανατολή για να δει μήπως και άρχιζε να φέγγει. Όμως η κορυφή του απέναντι βουνού προς την Μύκονο ήταν ακόμη κατασκότεινη. Ο Μουντζούρης ο σκύλος του τον κοίταζε απορημένος γιατί κάθε φορά με τον θόρυβο τον ξυπνούσε.

Ήταν αλήθεια να απορεί κανείς γιατί ο Αντρέας απόψε ήταν τόσο ανήσυχος. Μήπως ήταν άρρωστος; Θα αναρωτιόταν κάποιος. Όποιος όμως τον ήξερε καλά γνώριζε την αιτία. Ήταν παραμονή Πρωτοχρονιάς και εκτός από τα δώρα που ήθελε να δει μόλις ξυπνούσαν όλοι το πρωί, περίμενε με ανυπομονησία να πάει στην εκκλησία.

Όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος θα πήγαινα στην εκκλησία την εικόνα του Αγίου Βασιλείου που είχε η μάνα του μέσα στο εικονοστάσι πάνω από την πόρτα της κρεβατοκάμαρας της. Θα την έβαζε δίπλα στις άλλες εικόνες να λειτουργηθεί. Μόλις τελείωνε η λειτουργία θα φιλούσε το χέρι του παπά-Γιάννη θα έπαιρνε την εικόνα αγκαλιά και θα έβγαινε στους δρόμους να επισκεφτεί τα σπίτια των συγγενών και των φίλων.

Θα τους έκανε «ποδαρικό» μαζί με την εικόνα του Άη-Βασίλη και αυτοί θα του έδιναν γλυκά και μποναμάδες. Πολλοί ήδη τον περίμεναν και του το είχαν πει από την προηγούμενη: «Θα έρθεις Αντρέα αύριο για το ποδαρικό έτσι;» του είπε ο μπακάλης της γειτονιάς του. Εκείνος του έδινε διπλό «μποναμά» γιατί έκανε ποδαρικό στο σπίτι και στο μαγαζί του.

Στο χωριό του Αντρέα τον Τριαντάρο της Τήνου δυο-τρία παιδιά στην ηλικία του έκαναν «ποδαρικό» κάθε Πρωτοχρονιά και οι νοικοκυραίοι τους φίλευαν για τα καλό του χρόνου. Ο Αντρέας έπρεπε λοιπόν να προλάβει τους υπόλοιπους γιατί όποιος πήγαινε πρώτος αυτός έπαιρνε και το μεγαλύτερο «μποναμά».

Γι αυτό ντύθηκε γρήγορα-γρήγορα, έβαλε και τα καλά του παπούτσια και φεύγοντας από το σπίτι έχωνε στη μέσα τσέπη του σακακιού του μια χαρτοσακούλα. Τα είχε υπολογίσει από μέρες. Πέρυσι ο Νίκος είχε πάει πρώτος από εκείνο στη θεία Κατίνα και στη θεία Μαρουσώ γιατί τον εμπόδιζαν τα καινούρια του παπούτσια που μπαινόβγαιναν σε κάθε βήμα. Φέτος τα παπούτσια ήταν μικρότερα γιατί το πόδι του Αντρέα είχε μεγαλώσει, αλλά για να είναι σίγουρος θα τα έβγαζε μόλις έβγαινε από την εκκλησία και θα τα έβαζε στη χαρτοσακούλα.

Αφού έκανε τους υπολογισμούς του κατηφόρισε προς την εκκλησία καθώς ο ήλιος ξεπρόβαλε ρίχνοντας τις πρώτε ντροπαλές του ηλιαχτίδες φωτίζοντας το βουνό και τα κάτασπρα σπιτάκια του χωριού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου